της Μαρίας Δεδούση*
Πριν φτάσουμε στη Μαρίνα Σάττι –που δεν θα φτάσουμε, απλώς ίσως περάσουμε από εκεί για λίγο– θα σας πω για μια ανάρτηση που διάβασα το πρωί.
Ο Μοτάζ Αζαϊζά (Motaz Azaiza) είναι Παλαιστίνιος από τη Γάζα, ερασιτέχνης φωτογράφος και μόλις 25 ετών.
Πριν από τον πόλεμο φωτογράφιζε τις ομορφιές της πατρίδας του και ήθελε να γίνει επαγγελματίας· «ονειρευόμουν να δουλέψω για το National Geographic», έχει πει ο ίδιος.
Πριν από την 7η Οκτωβρίου είχε 27.000 ακολούθους στο Instagram, σε λίγους μήνες είχε δεκάδες εκατομμύρια. Άρχισε να
φωτογραφίζει τον πόλεμο, όπως και πολλοί άλλοι άνθρωποι που ζουν εκεί, ξέρω ότι κάποιοι από εσάς τους παρακολουθείτε, σας βλέπω: Την Μπιζάν, τη Νουρ, τον Αχμέντ, είναι πολλοί.Αγόρια και κορίτσια που πριν από τον πόλεμο ανέβαζαν αυτοκίνητα, ρούχα, ηλιοβασιλέματα και τις προσωπικές τους στιγμές, έγιναν πολεμικοι ανταποκριτές, οι «Influencers ενός ασύμμετρου πολέμου», όπως είναι ο τίτλος ενός σχετικου άρθρου που έγραψα πριν από λίγους μήνες.
Τον περασμένο Ιανουάριο, ο Μοτάζ (το όνομά του στα αραβικά σημαίνει «ο υπερήφανος», παρεμπιπτόντως) έφυγε από τη Γάζα για τη Ντόχα. Οι ακριβείς συνθήκες της διαφυγής του είναι ασαφείς, αλλά όχι δύσκολο να τις φανταστεί κανείς. Κανένα σύνορο δεν είναι ποτέ εντελώς κλειστό για όλους.Ταξίδεψε στις ΗΠΑ, έκανε ομιλίες, εμφανίστηκε σε τηλεοπτικές εκπομπές, πήγε στις καταλήψεις των φοιτητών, στο Κογκρέσο, μια φωτογραφία του επελέγη από το TIME, έγινε με λίγα λόγια σταρ.
Και βέβαια προκάλεσε και αντιδράσεις εκατέρωθεν. Από τη μία πλευρά επειδή δεν μιλάει ποτέ για τη Χαμάς, από την άλλη λόγω κάποιων γενικών δηλώσεων που έκανε περί «ειρήνης» τον Ιανουάριο.
Ο ίδιος άρχισε να ποστάρει δικές του φωτογραφίες, τα βραβεία και τις ομιλίες του και τις τιμές που του αποδίδονταν, ακόμη και γκράφιτι που ζωγραφίστηκαν με τη μορφή του.
Πριν από περίπου 10 ώρες, έγραψε το εξής: «Πίστευα ότι αν βγω από τη Γάζα και βρεθώ ανάμεσα στον κόσμο και τους ανθρώπους που με ακολουθούν και με υποστηρίζουν, θα μπορούσα να κάνω τη διαφορά, να κάνω κάτι. Η ψευδαίσθηση ήταν τεράστια, ορκίζομαι στο Θεό, ο κόσμος με εντυπωσίαζε και πίστευα ότι σε αντάλλαγμα με την προβολή, μπορείς να πιέσεις και να κάνεις κάτι. Στο τέλος, αυτό που έμεινε είναι η προβολή ενός ανθρώπου που κέρδισε εκατομμύρια ακολούθους σε λίγους μήνες, όχι το άτομο που έχασε οικογένεια και φίλους και την πατρίδα του».
Ο συμπαθέστατος Μοτάζ έμαθε, με τον πολύ σκληρό τρόπο, ότι δεν μπορείς να αποτελείς μέρος του συστήματος και να το πολεμάς ταυτόχρονα, εκτός αν είσαι πάρα πολύ μέρος του συστήματος και πάρα πολύ αποφασισμένος.
Τόσο πολύ μέρος του συστήματος που αυτό να σε χρειάζεται περισσότερο απ' όσο το χρειάζεσαι εσύ. Η Μαντόνα είναι ένα τέτοιο παράδειγμα, η Μαρίνα Σάττι δεν είναι.
«Η ψευδαίσθηση ήταν τεράστια».
Ένα αγόρι από τη Γάζα, που χρησιμοποίησε το εκπληκτικό του ταλέντο (να δείτε με την πρώτη ευκαιρία τις πολύ σκληρές φωτογραφίες του) για να απαθανατίσει την τραγωδία της πατρίδας του, βρέθηκε ξαφνικά να συνομιλεί με έμπειρους δημοσιογράφους, να παίρνει βραβεία, να γίνεται εξώφυλλο στο GQ, να συμμετέχει σε όλα αυτά που καθένα με τον τρόπο του θεμελιώνει την τραγωδία αυτή, και το ΄χασε. Το σύστημα τον ρούφηξε αμάσητο. Και τον εργαλειοποίησε προς όφελός του.
Του πήρε έξι μήνες να καταλάβει ότι δεν γίνεται έτσι η αντίσταση. «Δεν άλλαξε τίποτε», έγραψε στην ανάρτησή του. «Είδα τελικά τον κόσμο, αλλά ο κόσμος είναι αμετακίνητος και τα τανκς είναι δίπλα στο σπίτι μου». Το GQ με τον ίδιον στο εξώφυλλο, όμως, πιθανώς έβγαλε αρκετά εκατομμύρια.
Όχι, δεν θα σταθούμε στη Μαρίνα Σάττι, διότι αυτό θα αδικούσε την πραγματικότητα.
Η πραγματικότητα είναι ότι δεν υπάρχει αντίσταση χωρίς κόστος. Αντίσταση κάνει ο ράπερ στο Ιράν που τραγούδησε για τις γυναίκες και τον έχουν στη μπουζού καταδικασμένο σε θάνατο, όχι καθένας που θα «τραγουδήσει» αυτό που θα του πουν και θα ξυνίσει λίγο τη μούρη.
Ούτε, φυσικά, εκείνος που διαμαρτύρεται επειδή δεν τον αφήνουν να διαμαρτυρηθεί. Άπαντες μπορούν να διαμαρτυρηθούν. Το κόστος μπορούν να το σηκώσουν;
Κι αυτό δεν απευθύνεται στην ίδια την τραγουδίστρια, που σε τελική ανάλυση ίσως χασμουρήθηκε απλώς επειδή βαριόταν, ποιος ξέρει και ποιος νοιάζεται;
Απευθύνεται σε όσους πιστεύουν ότι ο περίφημος στίχος του Τζίμη Πανούση δεν ήταν σατιρικός, αλλά κυριολεκτικός: «Κάνω αντίσταση με βίντεο και πουρέ, στο μικρό μου ρετιρέ», έλεγε.
Γεμάτος ο κόσμος με μικρά ρετιρέ, το βίντεο και ο πουρές είναι προαιρετικά.
* Το κείμενο της Μαρίας Δεδούση (εξαιρετικό πάλι) δημοσιεύεται στη σελίδα της στο fb,
Αποποίηση ευθύνης
Ο ιστότοπος είναι μια πλήρως αυτοματοποιημένη υπηρεσία συνάθροισης, ταξινόμησης και ανάρτησης συνοπτικών ειδήσεων και νέων από άλλους ελληνικούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους, μέσω της τεχνολογίας RSS. Δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη για την επάρκεια, ποιότητα, πληρότητα ή ακρίβεια των ειδήσεων και των νέων που δημοσιεύονται. Δείτε περισσότερα στο τμήμα "Αποποίηση Ευθύνης" των Ορων Χρήσης.