του Αργύρη Παγαρτάνη*
«Forgive my bad english»... Συγχωρέστε μου τα κακά αγγλικά μου. Να έχεις απέναντί σου τον Σβεν Γιόραν Έρικσον και η πρώτη κουβέντα του να είναι αυτή. Πώς να το εκλάβεις; H πρώτη μου σκέψη ήταν ότι ήθελε να αποδείξει ότι είχε και βρετανικό χιούμορ, εκτός των άλλων. Δεν είχε κλείσει χρόνο τότε ως ο πρώτος μη Άγγλος προπονητής των λιονταριών, προφανώς ήταν κάτι που υπολόγιζε.
Ιούνιος του 2001, παραμονή του εντός έδρας ματς της Ελλάδας με την Αγγλία για τα προκριματικά του Μουντιάλ της Ασίας, ήταν η μοναδική μου διά ζώσης επαφή με τον θρύλο του σουηδικού ποδοσφαίρου. Έχοντας «το πολύ» δέκα λεπτά, όπως μου είχαν ξεκαθαρίσει σε όλους τους τόνους οι «συνάδελφοι» από την FA, είχα αποφασίσει (αυθαίρετα, βεβαίως βεβαίως) να μην αναλωθώ σε ερωτήσεις του τύπου «πώς θα αντιμετωπίσετε την Ελλάδα;» ή «θεωρείτε δύσκολο το παιχνίδι;»
Την είχα προβάρει στον καθρέφτη την πρώτη ερώτηση. «Γεια σας, κύριε Σβεν Γιόραν Έρικσον. Θεωρείτε το πόστο του πρώτου ξένου προπονητή της εθνικής Αγγλίας την ανώτερη τιμή που μπορεί να πετύχει ο Σβένις, γιος ενός εισπράκτορα λεωφορείων από το Σούνε;»
Μετά από τόσα χρόνια στη δουλειά αυτή το βίτσιο μου είναι όταν έχω την ελευθερία να ρωτάω, να αιφνιδιάζω. Το βλέπεις ότι και ο άλλος το απολαμβάνει. Ήταν έτοιμος να μου αραδιάσεις του κόσμου τις τυπικούρες, αλλά θα έπαιρνα όρκο ότι το βλέμμα του έγινε πολύ πιο ζωντανό. Κι άρχισε να απαντάει στα σουηδικά!
Όταν είδε τη δική μου έκπληξη, μια και δεν καταλάβαινα ούτε λέξη, το γύρισε στα αγγλικά. «Συγγνώμη, νόμιζα ότι είχατε κάποια σχέση με τη Σουηδία. Γνωρίζετε αρκετές πληροφορίες, προφέρετε σωστά το όνομά μου». Με αιφνιδίασε κι αυτός. Πήρε την εκδίκησή του. Αμέσως.
Μιλήσαμε για 20 λεπτά. Για την ΙΦΚ Γιοτεμπόργ, τη Μπενφίκα, τη Σαμπντόρια, τη Λάτσιο. Έδωσε μόνος του «παράταση», με χαρακτηριστικές χειρονομίες στους κολλημένους με το πρωτόκολλο Άγγλους. Θυμάμαι μου 'κανε μεγάλη εντύπωση ο τρόπος που οργάνωνε τη σκέψη του πριν μιλήσει. Έκανε παύσεις ανάμεσα στις φράσεις. Ζύγιζε τα λόγια του. Φαντάζομαι προετοίμαζε ακριβώς τη φράση, από την αρχή ως το τέλος, πριν τη βγάλει από το στόμα του. Γι' αυτό και γενικά δεν μιλούσε με μεγάλες προτάσεις.
Ήταν κοφτός. Σαφής. Δεν άφηνε αμφιβολίες για το τι θέλει. Οι ποδοσφαιριστές που μίλησαν γι' αυτόν, που τον ζούσαν κάθε μέρα, το αναγνώρισαν αυτό ως το σπουδαιότερο προσόν του. Ότι γνώριζαν πάντα τι ήθελε απ' αυτούς, οπότε όταν τελείωνε ο αγώνας μπορούσαν να βαθμολογήσουν μόνοι τους τον εαυτό τους.
Έζησε μια ζωή γεμάτη. Με μπάλα, με δόξα και λεφτά, με την απίστευτη αίσθηση ότι γίνεσαι «κάτι» από το μηδέν. Με γυναίκες πολλές, με τσιλιμπουρδίσματα, μάλλον απρόσμενα για άνθρωπο μ' αυτό το σοβαρό παρουσιαστικό. Μέχρι και με αναζήτηση του εξωτικού στα 60 του, που τον έφερε μέχρι και την Κίνα και τις Φιλιππίνες.
Έτσι αντιμετώπισε και τον καρκίνο. Με ρεαλισμό και απλότητα. Κι έφτασε στο σημείο μέχρι και να αποχαιρετήσει τον ποδοσφαιρικό κόσμο μ' ένα τελευταίο μήνυμα. Με την αίσθηση, όμως, του ανθρώπου που γνωρίζει ότι πολύ δύσκολα θα ξεχαστεί. Δεν θα το αφήσουν να γίνει αυτά που πέτυχε.
Στο καλό, Svennis.
*Από ανάρτηση του Αργύρη Παγαρτάνη στο fb
Αποποίηση ευθύνης
Ο ιστότοπος είναι μια πλήρως αυτοματοποιημένη υπηρεσία συνάθροισης, ταξινόμησης και ανάρτησης συνοπτικών ειδήσεων και νέων από άλλους ελληνικούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους, μέσω της τεχνολογίας RSS. Δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη για την επάρκεια, ποιότητα, πληρότητα ή ακρίβεια των ειδήσεων και των νέων που δημοσιεύονται. Δείτε περισσότερα στο τμήμα "Αποποίηση Ευθύνης" των Ορων Χρήσης.